Kαλό ταξίδι Šaban Bajramovic
Ο διασημότερος εκπρόσωπος μιας βαλκανικής εκδοχής τού Buena Vista, ένας από τους βαλκανικούς ακρογωνιαίους λίθους τής world music, ο Μπαϊράμοβιτς είχε συνεργαστεί με τον Κουστουρίτσα (είχε εμφανιστεί στην ταινία «Μαύρος Γάτος, Ασπρος Γάτος») και με τον Μπρέγκοβιτς: διασκευή του δικού του τραγουδιού «Djeli Maraj» ήταν το «Mesecina» που ακουγόταν στο «Underground», ενώ συμμετείχε και στο επιτυχημένο άλμπουμ «Tales and Songs from Weddings» που κυκλοφόρησε ο Μπρέγκοβιτς το 2002. Είναι ένα ελάχιστο δείγμα της τεράστιας προσωπικής εργογραφίας του, η οποία καταμετράται σε 600 τραγούδια, 50 singles και 20 δίσκους. Ενας από αυτούς ηχογραφήθηκε με τους Mostar Sebdah Reunion, σε παραγωγή τού Dragi Sestic, για την εταιρεία World Connection.
Ο Σέστιτς τον ανακάλυψε ακολουθώντας τα ίχνη της περιπετειώδους ζωής του, όταν ο Μπαϊράμοβιτς είχε αποτραβηχτεί στη γενέτειρά του έχοντας χάσει μια περιουσία στα ζάρια.
Ο Σαμπάν Μπαϊράμοβιτς γεννήθηκε στις 16 Απριλίου του 1936 στη Νις. Πήγε στο σχολείο μόνο 4 χρόνια και ύστερα το εγκατέλειψε ακολουθώντας το ένστικτό του: «διδάχτηκε» μουσική στους δρόμους της Σερβίας από σπουδαίους Τσιγγάνους μουσικούς. Στα 18 του κλήθηκε να υπηρετήσει τη στρατιωτική θητεία του, αλλά λιποτάκτησε σχεδόν αμέσως από έρωτα για ένα κορίτσι.
Συνελήφθη, πέρασε από στρατοδικείο και καταδικάστηκε σε τρία χρόνια φυλάκιση. «Οσο ζω δεν μπορείτε να μου στερήσετε την ελευθερία μου» απάντησε στο δικαστήριο, που αύξησε άμεσα την ποινή του κατά 2,5 χρόνια. Οδηγήθηκε στο κολαστήριο της νήσου Γκόλι Οτόκ (σημαίνει και είναι «Γυμνό νησί»), στο οποίο λίγοι μπορούσαν να επιβιώσουν. Εκείνος επιβίωσε, εξέτισε πλήρως την ποινή του και αναδείχτηκε ο καλύτερος ποδοσφαιριστής της ομάδας της φυλακής (τον είπαν γι' αυτό «Μαύρο Πάνθηρα») αλλά και ο κορυφαίος σολίστ της ορχήστρας της. Εκεί πρωτάκουσε και έπαιξε τζαζ (από Κολτρέιν μέχρι Αρμστρονγκ) και Ισπανούς και Μεξικανούς συνθέτες. Και όχι μόνο αυτό: διαβεβαίωνε ότι στα 5,5 χρόνια που ήταν έγκλειστος διάβασε 20.000 (!) βιβλία. «Το δικό μου Πανεπιστήμιο ήταν το Γκόλι Οτόκ» έλεγε.
Η αποφυλάκισή του τον βρήκε πανέτοιμο, σπουδαίο μουσικό. Το 1964 έβγαλε τον πρώτο δίσκο του κι έκτοτε δεν σταμάτησε να γράφει τραγούδια. Με τα πρώτα του κέρδη αγόρασε μια λευκή Μερσέντες και προσέλαβε δύο φρουρούς, αλλά δεν άργησε να τα χάσει όλα στον τζόγο. Η τεράστια επιτυχία του ξεπέρασε τα σύνορα, αλλά εκείνος συνέχισε να ζει την μποέμικη -και συχνά επικίνδυνη- ζωή ενός Ρομά και να «διηγείται» τα πάθη του στο τραγούδι, τη μουσική του και στα ηχοχρώματα μιας μοναδικής φωνής.
Saban Bajramovic -... |